.

Revision Exercise Key for Units 8-10

Cover
Introduction
Main Index
Links

Key Units 5-7

Key Units 11-13

Rev. Unit 8-10




1

(i) παύομαι, παύῃ (-ει), παύεται, παυόμεθα, παύεσθε, παύονται.

(ii) ἐκομιζόμην, ἐκομίζου, ἐκομίζετο, ἐκομιζόμεθα, ἐκομίζεσθε, ἐκομίζοντο.

(iii) ἐδιδαξάμην, ἐδιδάξω, ἐδιδάξατο, ἐδιδαξάμεθα, ἐδιδάξασθε, ἐδιδάξαντο.

(iv) λούσομαι, λούσῃ (-ει), λούσεται, λουσόμεθα, λούσεσθε, λούσονται.

(v) δουλοῦμαι, δουλοῖ, δουλοῦται, δουλούμεθα, δουλοῦσθε, δουλοῦνται.

(vi) ἐπολεμούμην, ἐπολεμοῦ, ἐπολεμεῖτο, ἐπολεμούμεθα, ἐπολεμεῖσθε, ἐπολεμοῦντο.



2

None of these phrases can have a vocative

    s.    Nom.    οὗτος ὁ χαρίεις μῦς    ὅδε ὁ ἀμαθής

             this charming mouse (near you)     this ignorant person (near me)

        Acc.    τοῦτον τὸν χαρίεντα μῦν    τόνδε τὸν ἀμαθῆ

        Gen.    τούτου τοῦ χαρίεντος μυός    τοῦδε τοῦ ἀμαθοῦς

        Dat.    τούτῳ τῷ χαρίεντι μυΐ    τῷδε τῷ ἀμαθεῖ

        

    pl. N.    οὗτοι οἱ χαρίεντες μῦες    οἵδε οἱ ἀμαθεῖς

        Acc.    τούτους τοὺς χαρίεντας μῦας    τούσδε τοὺς ἀμαθεῖς

        Gen.    τούτων τῶν χαριέντων μυῶν    τῶνδε τῶν ἀμαθῶν

        Dat.    τούτοις τοῖς χαρίεσι μυσί(ν)     τοῖσδε τοῖς ἀμαθέσι(ν)

    s.    Nom.    ἐκεῖνος ὁ ὀξύς    ὁ ὄφις αὐτός

             that quick person     the snake itself

        Acc.    ἐκεῖνον τὸν ὀξύν    τὸν ὄφιν αὐτόν

        Gen.    ἐκείνου τοῦ ὀξέος    τοῦ ὄφεως αὐτοῦ

        Dat.    ἐκείνῳ τῷ ὀξεῖ    τῷ ὄφει αὐτῷ

        

    pl. N.    ἐκεῖνοι οἱ ὀξεῖς    οἱ ὄφεις αὐτοί

        Acc.    ἐκείνους τοὺς ὀξεῖς    τοὺς ὄφεις αὐτούς

        Gen.    ἐκείνων τῶν ὀξέων    τῶν ὄφεων αὐτῶν

        Dat.    ἐκείνοις τοῖς ὀξέσι(ν)    τοῖς ὄφεσιν αὐτοῖς



3

(i) αὐτή nom. fem. s. of αὐτός; αὑτή (= ἡ αὐτή) nom. fem. s. of ὁ αὐτός; αὕτη nom. fem. s. of οὗτος; ταὐτῇ (= τῇ αὐτῇ) dat. fem. s. of ὁ αὐτός.

(ii) ταῦτα nom./acc. n. pl. of οὗτος; ταὐτά (= τὰ αὐτά)nom./acc. n. pl. of ὁ αὐτός.

(iii) ταὐτοῦ (= τοῦ αὐτοῦ) gen. m./n. s. of ὁ αὐτός; τούτου gen. m./n. s. of οὗτος; αὐτοῦ gen. m./n. s. of αὐτός.

(iv) αὐτῷ dat. m./n. s. of αὐτός; τούτῳ dat. m./n. s. of οὗτος; ταὐτῷ (= τῷ αὐτῷ) dat. m./n. s. of ὁ αὐτός.



4

(i) This girl near me; that girl over there.

(ii) This woman near you; the woman herself,

(iii) This man near you; this man near me.

(iv) This boy near you; the same boy (αὑτός = ὁ αὐτός).



5

(i) ἐκείνη. (ii) οὗτος. (iii) ἥδε. (iv) ταῦτα. (v) τάδε.



6

(i) ταῦτά ἐστι (or τάδε ἐστὶ) τὰ ᾠὰ τῶν τεττάρων κακῶν κοράκων οἳ ἀπὸ τῶν Θηβῶν ἦλθον.

(ii) ὦ Περίκλεις, σὺ μὲν εἶπας ὅτι ἡ σιωπὴ κόσμον φέρει ταῖς γυναιξίν, ἡ δʼ ʼΑσπασία νομίζει αὐτὴν καὶ τοῖς ἀνδράσι κόσμον φέρειν.

(iii) κατὰ τὸν Αἰσχύλον τὰ παθήματα (or τὸ πάσχειν) σοφίαν φέρει. ʼΕλπίζω οὖν τὴν τῶν  ̔Ελλήνων γλῶτταν σοφόν με ποιήσειν, διότι πολλὰ πάσχω.

(iv) οὐ χρή σε οἰκεῖν μετὰ ἐκείνων τῶν Αἰγυπτίων οἳ κροκοδίλους καὶ ἐσθίουσιν. ὕστερον γὰρ βουλήσονται σὲ (accented because emphatic) ἐσθίειν.

(v) οὐκ ἔφην εὐδαίμων εἶναι, ὦ Διόγενες. διότι γὰρ οὐ τοῖς κούφοις ὁ δρόμος, τὸ ἆθλον οὐ κτήσομαι (or εἶπον ὅτι οὐκ εἰμι εὐδαίμων ...).

(vi) λουόμεθα τῷ ὕδατι ὃ ἐν τῇ οἰκίᾳ ηὕρομεν.

(vii) ἐλύσατο τοὺς δύο ἀδελφοὺς οὓς οἱ Λακεδαιμόνιοι ἐνίκησαν.

(viii) ὦ νεανία, πέντε ἡμερῶν τῷ Σωκράτει οὐδὲν εἶπας ὅτε περὶ τῆς ἀρετῆς διελέγετο. οὔκουν οἴομαί σε μαθεῖν ὅτι ἐδίδασκεν.

In (iv) and (v) γάρ is used in the second sentence because in both cases it explains the preceding one (4.1/3).

__________ ____________ _____________ ____________________ _____________ ____________ _____________ _______________ ___________ __________ __________ __________ _____________ ________ __ _
(c) Gavin Betts, Alan Henry 2001